Η ζωή και το έργο του Γιώργου Χριστοφίδη
Ο Γεώργιος Χριστοφίδης γεννήθηκε το 1945 στη Μέσα-Γειτονιά της Λεμεσού Κύπρου. Τις γυμνασιακές του σπουδές τελείωσε το 1964 στο Λανίτειο Ελληνικό Γυμνάσιο Λεμεσού με τον βαθμό 18 2/11.
Τον Αύγουστο του 1964 κατατάχτηκε στην Εθνική Φρουρά Κύπρου για εξάμηνη θητεία και μετά από διπλή παράταση της θητείας του απολύθηκε τον Φεβρουάριο του 1966, στη συνέχεια δε υπηρέτησε επί εξάμηνο στην Αστυνομία Κύπρου.
Σπούδασε στο Φυσιογνωστικό Τμήμα της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.), το οποίο παρακολούθησε κανονικά από το 1966 μέχρι το 1970, οπότε και πήρε το πτυχίο του με το βαθμό "άριστα" (9). Καθ' όλη τη διάρκεια των σπουδών του ελάμβανε υποτροφία από το Ι.Κ.Υ.
Τον Νοέμβριο του 1970 διορίστηκε παρασκευαστής στο Εργαστήριο Ορυκτολογίας-Πετρολογίας της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Α.Π.Θ. και τον Δεκέμβριο του 1971 βοηθός στο ίδιο Εργαστήριο.
Τον Μάρτιο του 1974, μετά από εξετάσεις, πήρε διετή υποτροφία από την Ακαδημία Αθηνών και τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους γράφτηκε για μεταπτυχιακές σπουδές (Ph.D.) στο Τμήμα Ορυκτολογίας-Πετρολογίας του Πανεπιστημίου του Cambridge Αγγλίας. Για οικογενειακούς όμως, και οικονομικούς λόγους διέκοψε τις σπουδές του τον Σεπτέμβριο του 1975.
|
Με την ίδια υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών πήγε, κατά το διάστημα Σεπτέμβριος 1976 - Απρίλιος 1977, στο Γεωλογικό Τμήμα του Reading Αγγλίας. Κατά την παραμονή του στο Cambridge παρακολούθησε συνεπτυγμένα μαθήματα που αφορούσαν κυρίως ορυκτολογικές μεθόδους έρευνας, ως και τεχνικές, λειτουργία και χρήση οργάνων, πετρογένεση και γεωχημεία. Παράλληλα έκανε μεγάλο μέρος του πειραματικού τμήματος της διδακτορικής του διατριβής. Στο Reading ασχολήθηκε με θέματα θερμομεταμόρφωσης, καθώς και διαχωρισμού και προσδιορισμού ορυκτών της αργίλου.
Toν Μάιο του 1977 υπέβαλε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Α.Π.Θ. τη διδακτορική του διατριβή και τον Ιούνιο του ίδιου έτους αναγορεύτηκε διδάκτορας της Σχολής με το βαθμό "άριστα".
Τον Απρίλιο του 1978 μετατάχθηκε σε Επιμελητή και τον Οκτώβριο του ίδιου έτους μετακινήθηκε στο Εργαστήριο Συστηματικής Ορυκτολογίας-Πετρογραφίας.
Τον Αύγουστο του 1982 εντάχτηκε στη βαθμίδα του Λέκτορα, τον Ιούνιο του 1984 εκλέχτηκε Επίκουρος Καθηγητής και τον Μάιο του 1985 Αναπληρωτής Καθηγητής. Τέλος, εκλέγεται Καθηγητής το 1990.
|
Το 1985 αλλά και μετέπειτα το 1992 μετέβη με εκπαιδευτική άδεια στο Manchester της Αγγλίας, όπου συνεχίζει την ερευνητική του δραστηριότητα. Το ίδιο έτος (1992) μεταβαίνει επίσης στην Πίζα, την Φλωρεντία και την Περούτζια της Ιταλίας όπου ασχολείται με ισοτοπική γεωχημεία/γεωλογία. Η τελευταία του εκπαιδευτική άδεια ήταν στην ιδιαίτερη πατρίδα του την Κύπρο, όπου μοίρασε τον χρόνο του ανάμεσα στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου και στο Γεωλογικό Τμήμα Επισκόπησης Κύπρου.
Στα πλαίσια της επιστημονικής συνεργασίας συνεργάστηκε και συνεργάζεται επί τη βάσει ερευνητικών προγραμμάτων με επιστήμονες πολλών ξένων Πανεπιστημίων, όπως Manchester (Αγγλία), Coimbra (Πορτογαλία), Kliment Ohridski Σόφιας (Βουλγαρία), Βελιγραδίου (Σερβία), Ljubljana (Σλοβενία), Γεωλογικό Ινστιτούτο Σλοβακίας, Ινστιτούτο «Atomki» Debrecen (Ουγγαρία), Πανεπιστήμια Πίζας, Φλορεντίας, Περούτζιας και Μπολώνιας (Ιταλία), Halifax (Καναδάς), Muenster και Κολωνίας (Γερμανία), Ζυρίχη (Ελβετία), Μinufiya (Αίγυπτος), Naruto (Ιαπωνία).
|
Κατά την παραμονή του στην Ιταλία επισκέφθηκε τα ηφαίστεια Vulcano και Stromboli στα Αιόλια νησιά, και στα πλαίσια της συνεργασίας του με το Πανεπιστήμιο Μinufiya (Αίγυπτος), περιπλανήθηκε και έκανε δειγματοληψία στην Ανατολική Σαχάρα.
Συμμετείχε σε πολλά ερευνητικά προγράμματα κυρίως ως επιστημονικός υπεύθυνος, αλλά και ως συνεργάτης.
Έλαβε μέρος σε σε περισσότερα από εβδομήντα πέντε επιστημονικά συνέδρια, εθνικά και διεθνή, στην πλειοψηφία τους με ανακοινώσεις. Μεγάλη συμβολή είχε στη διοργάνωση διαφόρων συνεδρίων, όπως της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρίας (ΕΓΕ), της Καρπαθοβαλκανικής Γεωλογικής Ένωσης (CBGA), της Γεωλογίας της Ανατολικής Μεσογείου κ.ά. που έλαβαν χώρα είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό.
Μεγάλο τμήμα της δραστηριότητάς του ήταν τα προγράμματα LLP/ERASMUS, στα οποία συμμετείχε ως συντονιστής σε πέντε συμφωνίες. Στα πλαίσια των συμφωνιών αυτών μετακινήθηκαν φοιτητές και μέλη ΔΕΠ.
|
Επίσης για δέκα και πλέον χρόνια (2000-2010) υπήρξε τοπικός Συντονιστής (ΑΠΘ) σε CDI/ΙP/ERASMUS με Συντονιστή το Πανεπιστήμιο Βουδαπέστης. Κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων αυτών συμμετείχαν πάνω από είκοσι πανεπιστήμια από περισσότερες των δέκα χωρών. Δημιουργήθηκε πρόγραμμα προπτυχιακών και μεταπτυχιακών σπουδών στην Ορυκτολογία και διοργανώθηκαν εντατικά μαθήματα, κυρίως για μεταπτυχιακούς φοιτητές, σε επιλεγμένα θέματα αιχμής, στα οποία δίδαξαν διακεκριμένοι επιστήμονες από όλο τον κόσμο. Στα εντατικά αυτά μαθήματα συμμετείχαν περίπου 45 φοιτητές και 5 μέλη ΔΕΠ του Τμήματος Γεωλογίας.
|
Συνέβαλε σε πολύ μεγάλο βαθμό στην πρόοδο ανάπτυξη του Τομέα Ορυκτολογίας-Πετρολογίας-Κοιτασματολογίας και του Τμήματος Γεωλογίας, κατέχοντας για πάνω από 25 χρόνια διάφορες διευθυντικές θέσεις, όπως Πρόεδρος και Αναπληρωτής Πρόεδρος Τμήματος, Συντονιστής Μεταπτυχιακών Σπουδών, Διευθυντής Τομέα, Διευθυντής Εργαστηρίων κ.λ.π., και δείχνοντας ζωηρό ενδιαφέρον για τα προβλήματα του Τομέα και του Τμήματος. Με την εμπειρία που απόκτησε από τις επισκέψεις του σε διάφορα εργαστήρια του εξωτερικού μετέφερε τεχνογνωσία και συνέβαλε σημαντικά στην αναβάθμιση και την αγορά εξοπλισμού στον Τομέα, και σε διατμηματικό επίπεδο, αναλυτικών οργάνων, καταβάλλοντας επίμονες και πολύχρονες προσπάθειες.
Το επιστημονικό του έργο αφορά κυρίως στην Ορυκτολογία, Πετρολογία και Γεωχημεία πυριγενών πετρωμάτων, με ιδιαίτερο προσανατολισμό στα μαγματικά πετρώματα της Βόρειας Ελλάδας. Επίσης η σύσταση και εξέλιξη του Μανδύα στη Μάζα της Ροδόπης. Άλλα πεδία της έρευνάς του είναι η Ραδιενέργεια γρανιτοειδών, η Περιβαλλοντική Ορυκτολογία και Γεωχημεία και τα Βιομηχανικά Ορυκτά και Πετρώματα.
|
Για την έρευνά του βραβεύτηκε δύο φορές από την Ακαδημία Αθηνών (1990, 2003).
Το εκπαιδευτικό του έργο περιλαμβάνει τη διδασκαλία μαθημάτων, εργαστηριακών και φροντιστηριακών ασκήσεων σε φοιτητές κυρίως του Τμήματος Γεωλογίας, αλλά και των Τμημάτων Φυσιογνωστικού, Φυσικού, της Πολυτεχνικής Σχολής και της Γεωπονοδασολογικής Σχολής. Από το 1982 μέχρι τη συνταξιοδότησή του δίδαξε τα μαθήματα Συστηματική Ορυκτολογία, Ορυκτολογία, Πετρογενετικά Ορυκτά και Πετρογένεση Πυριγενών Πετρωμάτων (σε προπτυχιακό επίπεδο) και Ισοτοπική Γεωλογία, Ειδικά Θέματα Ορυκτολογίας, Μαγματισμός στην Ελλάδα, Θερμοχρονολόγηση - Γεωθερμοβαρομετρία (σε μεταπτυχιακό επίπεδο).
|
Συμμετείχε στην οργάνωση και πήρε μέρος σε πολλές ασκήσεις υπαίθρου κυρίως της Ορυκτολογίας και της Πετρολογίας. Επέβλεψε πλήθος Διπλωματικών Εργασιών, Διατριβών Ειδίκευσης και Διδακτορικών Διατριβών και υπήρξε μέλος τριμελών και επταμελών εξεταστικών επιτροπών.
Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει δύο διδακτικά πανεπιστημιακά βιβλία (Ορυκτοδιαγνωστική και Οπτική Ορυκτολογία) και πλήθος πανεπιστημιακών σημειώσεων και βοηθημάτων, πολλά από τα οποία διατίθενται ηλεκτρονικά στους φοιτητές. Υπό την εποπτεία του εκδόθηκαν ειδικοί επιστημονικοί τόμοι, πρακτικά συνεδρίων κ.ά.
Είναι μέλος επιτροπών επιστημονικών περιοδικών και πολλών γεωλογικών ενώσεων και εταιριών.
Διετέλεσε Πρόεδρος, Γεν. Γραμματέας, Αντιπρόεδρος, Ταμίας και μέλος του Δ.Σ. της Κυπριακής Εστίας Βορείου Ελλάδος, Αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Κυπριακών Οργανώσεων Ελλάδας στη Β. Ελλάδα, και Γραμματέας και μέλος του Δ.Σ. της Μακεδονικής Κίνησης Αλληλεγγύης προς τον Κυπριακό Λαό. Συμμετείχε στη δημιουργία ομάδας αιμοδοσίας της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Α.Π.Θ.
|
Μετά τη συνταξιοδότησή του το 2011 του απενεμήθη ο τίτλος του Ομότιμου Καθηγητή από τη Σύγκλητο του ΑΠΘ.
Είναι παντρεμένος με την αγαπημένη του σύζυγο Καίτη, με την οποία απέκτησαν τρία παιδιά, τη Λήδα, τον Θοδωρή και τον Γιάννη.